ηγουμενοσύμβουλος

ηγουμενοσύμβουλος
ο
μέλος του μοναστηριακού συμβουλίου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ηγουμενοσύμβουλος — ο μοναχός που είναι μέλος τού μοναστηριακού συμβουλίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ηγούμενος + σύμβουλος. Η λ. μαρτυρείται από το 1898 στον Αθ. Ευταξία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”